αβυλυσσαλέαλυσιπάθεια

όταν θα'μαι τάχα δεμένος για να παραμείνω λιτός
με κουράγιο απορημένα ακάθεκτο καχεκτικά ολισθηρός
εν συντομία σ'αναπόδραστα οικεία ξεριζωμένους άγονους καρπούς
από κεκτημένες κρύπτες πανακειών επίπλαστους οιωνούς
πυροδοτώντας περιττών συστημάτων κατηγορηματικότητας μηχανικής παρείσακτους ασπασμούς
σειόμενος χιμάω συγκροτημένος αμυδρά σε μήπως ασυγκράτητα βλοσυρά
μ'εγρήγορση αναντικατάστατη σπεύδω να γδάρω τη συμπόνια
που μ'ακρίβεια εξατμίζει αλεσμένα τ'ανανεώσιμα στελέχη του είδους μου που στωικά
ενώ ασμίλευτα λαμβάνονται σαν εμπορεύματα φαίνονται ήδη χαλασμένα
ανήκοντας εξ ημισείας σ'ανύπαρκτης καταλληλότητας
ζέση στερεοτυπικά ανθωρολογιακή κι αντίστοιχη προστασία
στο άθικτο προσκολλημένες μα ορκισμένες να με κάνουν να οφείλω
σε μια αποβλακωμένα μνημειώδη τρικυμία
το κούφιο κυνηγώντας να βουλώσω με περιεχόμενο συναρμολογημένο ξανά
απ'το θυμό που καθαρός διπλώνεται εκδηλωμένος σα μειδίαμα
για να μη νιώθω πια αν δε νοιάζομαι ν'ανακαλύψω οποιαδήποτε
εξωτερίκευση πηγαίας έξαρσης που δείχνει ολότελα πως μοιάζουμε
παρά μ'ένα ατελείωτα οριστικό ανάθεμα του θα
προς κάποιο διαφορετικό κατά περίσταση λαβύρινθο να οδηγώ
παρέα με ό,τι άλλο διώχνω



—2015—